14 Φεβρουαρίου 2014

Τετάρτη, 12 Φεβρουαρίου 2014 Αφιέρωμα: Ο Όσιος Ιωακείμ, ο Μακρυγένης ο Ἀκαρνάν (Δέυτερο Μέρος)

Η μνήμη του τιμάται στις 7 Δεκεμβρίου
Ο όσιος Ιωακείμ γεννήθηκε στην Κατοχή της Ακαρνανίας και ανδρώθηκε με την αγάπη του Χριστού και τον ασίγητο πόθο της μοναδικής πολιτείας.

Τέκνο υπακοής, εργαστήριο προσευχής, τύπος μοναχών, ακάματος εργάτης της αρετής και γέροντας σοφός και φωτόλαμπρος του δεκάτου ογδόου αιώνος υπήρξε ο όσιος Ιωακείμ, ο διά την μακριά του γενειάδα επονομαζόμενος Μακρυγένης.
Η ζωή του όλη, αφιερωμένη στο Θεό, ήταν σφραγισμένη με τη χάρη του Παναγίου Πνέυματος και με τα έργα του σφράγισε τον Άθωνα, τη νήσο Πρώτη των Πριγκηπονήσων, τη Βασιλεύουσα των πόλεων και τις Παραδουνάβιες χώρες. Έδωσε αίμα και έλαβε πνεύμα αγωνίσθηκε και δικαιώθηκε σκόρπισε αγάπη και συνήγαγε αρετή η δικαιοσύνη του έμεινε στον αιώνα. Το Μοναστηρί του Γρηγορίου στο Άγιο Όρος και της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού στη νήσο Πρώτη καυχώνται γι' αυτόν, για τον άοκνο και φιλόθεο νέο κτίτορά τους, και η Εκκλησία του Χριστού για το φιλάγιο ανάστημά της.

Ο όσιος Ιωακείμ γεννήθηκε στην Κατοχή της Ακαρνανίας και ανδρώθηκε με την αγάπη του Χριστού και τον ασίγητο πόθο της μοναδικής πολιτείας. Έτσι, στην αρχή της νιότης του, το 1740, εγκατέλειψε την πατρίδα του και τους οικείους και συγγενείς και φίλους του και ήλθε στο Αγιώνυμο Όρος, όπου έλαβε το Άγιο Σχήμα στο Μοναστήρι του Γρηγορίου. Σ' αυτό διέπρεψε για την υπακοή και την προθυμία του και σταθερά ανέβαινε την κλίμακα  των αρετών, << την μετάγουσαν εκ γής πρός ουρανόν>>. Το ησυχαστικό του όμως  
φρόνημα και ο πόθος του για ανώτερη ζωή τον έφεραν με την ευχή του Γέροντός του στα μέρη της Μικράς Σκήτεως της Αγιας Άννης. Εκεί, αφού βρήκε μικρό σπήλαιο, παρέμεινε σ'αυτο σκληραγωγούμενος και κακουχούμενος στοχεύοντας στη νήψη, την απάθεια και την πνευματική τελειότητα. Ο σπηλαιώτης Ασκητής φερόταν σαν φιλέρημο << στρουθίον μονάζον επί δώματος >> (Ψαλμ. 101, 7 )  και το κελάηδημα της καρδιακής προσευχής του εύφραινε γή και ουρανό.

Το 1761, στίς 30 Νοεμβριού, επέστρεψε ο καλός Θεός να εκραγεί πυρκαγιά στο Μοναστήρι του Γρηγοριού και να καταστρέψει μέχρι θεμελίων το ιστορικό αυτό Αγιορείτικο σέμνωμα, του οποίου ο Ναός και τα άλλα κτίσματα ήσαν ξυλόστεγα, για προφύλαξη από το ψύχος του χειμώνος. Από την καταστροφή δεν γλύτωσαν ούτε ιερά σκεύη ούτε βιβλία ούτε κειμήλια και το όλο συγκρότημα φαινόταν σαν ασβεστήριος πύργος. Οι πατέρες του Μοναστηριού έμειναν χωρίς στέγη, χωρίς σωματική παρηγορία, και από την παγωνιά του χειμώνος διασκορπίσθηκαν στα γύρω Μοναστήρια και στις Σκήτες. Πολλοί απ' αυτούς ήλθαν και βρήκαν τον Ιωακείμ στο σπήλαιο του και τον παρακάλεσαν να δεχθεί να τους επανασυνάξει στο Μοναστήρι τους, όπως η όρνιθα τους διασκορπισμένους νεοσσούς της, για να μη παραμείνει αυτό πυρπολημένο και ακατοίκητο, φωλιά των άγριων ζώων του δάσους και των πετεινών του ουρανού.
Ο όσιος Ιωακείμ λυπήθηκε σφόδρα στο άκουσμα των δυσάρεστων νέων και, έκλαυσε πικρά για την καταστροφή του Μοναστηριού της μετανοίας του, όπως άλλοτε οι Ισραηλίτες << επί των ποταμών Βαβυλώνος >> ( Ψαλμ. 136, 1 ), παρουσιάσθηκε στήν κοινή σύναξη των πατέρων, οι οποίοι με απόφασή τους τον έστειλαν να διενεργήσει έρανο στη Βασιλευουσα για την ανακαίνιση του Μοναστηριού τους. Όλοι προσέβλεπαν σ' αυτον  ήταν σεβαστός και με το καθαρό βλέμμα του, τον ήπιο χαρακτήρα του και το επιβλητικό του παράστημα με τη γενειάδα που έφθανε μέχρι τους μηρούς του, προσείλκυε την αγάπη και την εκτίμηση των άλλων. Και μόνο απο την πράξη του αυτή, να εγκαταλείψει την αγαπημένη του έρημο υπακούοντας στις παρακλήσεις των εμπερίστατων αδελφών του, γίνεται αντιληπτή η άφατη φιλαδελφία του οσίου Ιωακείμ, η συμπάθειά του, η αγάπη του, η ψυχική του κένωση στις ανάγκες των άλλων. Ήταν άνδρας με σπλάγχνα οικτιρμών, με ευσυμπάθητη καρδιά, με ακράδαντη πίστη, βέβαιη ελπίδα και ενεργή αγάπη. Έτσι πήρε τη μεγάλη απόφαση, αφού συνάθροισε τους διασκορπισμένους συμμοναστές του, να μεταβεί στο Βυζάντιο, για να συλλέξει ελεημοσύνη από το Ορθόδοξο πλήρωμα.

Στήν Κωσταντινούπολη ο Ιωακείμ παρουσιάσθηκε στόν Πατριάρχη και εξέθεσε το πρόβλημα. Εκείνος με χαρά του έδωσε άδεια να διενεργήσει εράνους και να μαζεύει ελεημοσύνες, τις οποίες έστελνε στον Άθωνα, για να ξεκινήσουν οι εργασίες για το ξαναχτίσιμο του Μοναστηριού του οσίου Γρηγοριού. κτύπησε πόρτες, οι οποίες δεν είναι εύκολες, << εάν η χρεία τές κουρταλή >>, κατά τον Έθνικό μας Ποιητή, επισκέφθηκε άρχοντες και ευκατάστατα πρόσωπα, περιόδευσε στις φτωχογειτονιές και σύναζε << το δίλεπτον της χήρας >> ( Μαρκ. ιβ' 42 ).


Ο ακάματος Γέροντας κίνησε τη συμπάθεια και αυτού του Σουλτάνου, που θαμπωμένος από τη σεβάσμια μορφή του και τον γοητευτικό χαρακτήρα του έσπευσε να έλθει αρωγός στο κτίσιμο του Μοναστηριού του.
Αξίζει να σημειώσουμε το περιστατικό: Μιά ημέρα ο σεμνοπρεπής Ιωακείμ με τη μακρυά γενειάδα και το απλό ήθος θέλησε να διαπεράσει τη θάλασσα του Γαλατά. Μάταια όμως περίμενε για ώρες να βρεί πλοιάριο. Ήταν Παρασκευή και οι μουσουλμάνοι είχαν αργία.
  Μια εσωτερική όμως δύναμη τον ανάγκαζε να περιμένει στην αποβάθρα. Και η στιγμή ήλθε. Βλέπει στον ορίζοντα ένα πλεούμενο και νομίζοντας ότι ήταν καραβάκι της γραμμής του ένευσε να σταματήσει. Αυτός θαύμασε για την τόλμη του πτωχού και ατημέλητου καλόγερου και διέταξε τον καπετάνιο του να σταματήσει. Όταν τον είδε από κοντά, γοητεύθηκε και, όταν άκουσε από το διερμηνέα του την περιπέτεία του και τις προθέσεις του, τον ευλαβήθηκε και του έδωσε μεγάλη οικονομική βοήθεια. Ήταν αυτό ένα θάυμα του πολιούχου του Μοναστηριού του Αγίου Νικολάου και της ένθερμης προσευχής του Οσιού, που μπορούσε και << όρη μεθιστάνειν >>  (Α' Κορ. ιγ' 2 ).

Δέν διενεργούσε όμως μόνο εράνους στο Βυζάντιο ο Όσιος. Ως βαθύς γνώστης του ιερού Ευαγγελίου και του θεμελιώδεις θείου παραγγέλματος <<Αγαπήσεις την πλησίον Σου ως σε αυτόν >> ( Μαρκ. ιβ' 33 ) φρόντιζε ταυτόχρονα και για την αποκατάσταση δεινοπαθούντων Χριστιανών. Απελευθέρωσε πλήθος αμέτρητο αιχμαλώτων, καθώς και δούλους πληρώνοντας τα αφεντικά τους. Τούς αγόραζε, όχι για να τους χρησιμοποιησεί, αλλά για να τους ελευθερώσει και να τους στείλει στους δικούς  του  στίς πατρίδες τους. Το βεβαιώνει ο Γρηγόριος Αλεξάνδρου Γκίκας, βοεβόδας και ηγεμόνας της Μολδαβίας με το από του 1777 ηγεμονικό χρυσόβουλλό του, ο Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Γρηγόριος σε έγγραφο του 1776 και ο ηγεμόνας Ιωάννης Αλεξάνδρου Υψηλάντης σε χρυσόβουλλο του 1772. Ο τελευταίος μάλιστα αποκαλεί τον Ιωακείμ << Οσιώτατον έν μοναχοίς >>  ευλαβούμενος την οσιακή βιοτή και παρουσιά του. Ο ηγεμόνας αυτός τόσο εξετίμησε το Γέροντα, ώστε αφιέρωσε και δύο Μετόχια στο Μοναστήρι του Οσιού Γρηγοριού, του Τιμίου Σταυρού παρά την Πούτναν και του Αγίου Σπυρίδωνος παρά υπ  Μούλκι.

Η δράση του οσίου Ιωακείμ, η ενεργητικότητά του , η αγαθοποιία του και η καθαρή βιοτή του χαρακτηρίζονται ώς θάυμα. Μάλιστα αξιώθηκε εκτός της Μονής Γρηγορίου να ανακαινίσει και τη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στη ωήσο Πρώτη της Προποντίδος το 1785, καθώς μαρτυρεί το επίγραμμα της μαρμάρινης πλάκας της εισόδου δεξιά  στο Ναό του Μοναστηριού. Μαλιστα σ'αυτό σύστησε και γηροκομείο Αρχιερέων του Οικουμενικού Θρόνου. Σέ γράμμα πρός αυτόν της Ιεράς Κοινότητος του Αγιού Όρους καταφαίνεται ότι ο όσιος Ιωακείμ δεν βοηθούσε μόνο το Μοναστήρι της μετανοίας του, αλλά και όλα τα Μοναστήρια της χερσονήσου του Άθωνος. Επάνω στη δράση του αυτή κάλεσε ο Χριστός τον όσιο Ιωακείμ κοντά Του, για να τον αναπάυσει από τούς κόπους του και να τον μεταστήσει στίς  << αιώνιες μονές >>, όπου χαίρεται αιωνίος μαζί με όλο το σμήνος τών Αγιών και των φωτομόρφων Αγγέλων.









Συναξάριον.
Ο όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Ιωακείμ, ο επικεκλημένος Μακρυγένης, ο σεμνός και ιεροπρεπέστατος, γόνος ην της κώμης Κατοχής της Ακαρνανίας. Παιδιόθεν την μοναχικήν πολιτείαν αγαπήσας κατέλιπε την αυτού πατρίδα και ελθών εις Άθωνα κατώκησεν εν τη του Γρηγορίου περιδόξω Μάνδρα. Ανελθών την κλίμακα των αρετών δι' υπακοής και εκκοπής του ιδίου θελήματος τη ευλογία του της Μονής προεστώτος ήλθεν εις Μικράν Αγίαν Άνναν, ένθα έπηξε ησυχαστικήν καλιάν εν σμικρώ και ανίκμω της περιοχής σπηλαίω. Ισαγγέλως εν αυτώ πολιτευσάμενος συνέτριψεν ιδρώσι και συμτόνοις πόνοις τας ενέδρας του δεινού πολεμήτορος. Πυρί καταστραφείσης της Μονής της αυτού μετανοίας και διασκορπισθέντων των εκεί διαβιούντων πατέρων υπέκυψε παρακλήσεσι τινών έξ αυτών πρός επιστροφήν αυτού και ανασύστασιν της του Γρηγορίου  Μάνδρας . Επανακάμψας και κλαύσας διά την ερήμωσιν της Μονής εσύναξεν, ώς η όρνις τα νοσσία αυτής υπό τάς πτέρυγας αυτής, τους διεσκορπισθέντας πατέρας. Είτα απελθών είς Βυζάντιον ενεφανίσθη τω Πατριάρχη και ανήγγειλεν αυτώ πάσαν την υπόθεσιν. Τότε ο Πατριάρχης εκτείνας χείρα βοηθείας έδωκεν  άδειαν τω Ιωακείμ του συνάξαι ελεημοσύνην πρός αναδόμησιν της Μονής. Έν ταυτώ ο επιβλητιλός και σεβάσμιος Ιωακείμ διά του σεμνοπρεπούς παραστήματος, της μακράς αυτού γενειάδος, του απλού ήθους και της γλυκύτητος της όψεως παρεκίνησε και αυτόν τον Σουλτάνον δούναι αυτώ ικανά αργύρια πρός επίτευξιν του εφετού. ο βαθύς όμως γνώστης των ευαγγελικών ενταλμάτων ως συμπαθής και ελεήμων διά των αργυρίων αυτών εφρόντιζεν εξαγοράζειν εκ της αιχμαλωσίας των εκγόνων της Άγαρ ευσεβείς χριστωνύμους, διατρέφειν πένητας, αρήγειν ορφανοίς, περικρατείν το γήρας και καινίζειν την έν Πρώτη τη νήσω Μονήν της του Χριστού Μεταμορφώσεως. Η φήμη της αυτού προσφοράς και αγιότητος συνέτεινε είς την αύξησιν των μετοχίων της Μονής Γρηγορίου εν ταίς Παραδουναβίοις χώραις. Πολλά κοπιάσας διά την αυτού Μονήν και θεοφιλώς πολιτευσάμενος εκοιμήθη τον ύπνον των δικαίων και ώς νέος κτίτωρ της Μονής Γρηγορίου τιμάται τη επομένη της εορτής του Καθολικού αυτής, ήτοι του αγίου Νικολάου, επισκόπου Μύρων της Λυκίας, του θαυματουργού, τη ζ' Δεκεμβριού, έν τοίς κτιτορικοίς της Μονής. Ταίς αυτού αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ, ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς.  Αμήν.













Ευχαριστούμε τον συγχωριανό μας, Στράτο Σταύρο του Διονυσίου, για το βιβλίο που μας βοήθησε να πάρουμε πληροφορίες αλλά και να σας το δημοσιεύσουμε σε μορφή PDF.
Μ.ΜΑΝΕΤΑ

(marilena.mane@gmail.com)